Η ταχύτητα με την οποία ενσωματώνεται η τεχνολογία την καθημερινότητά μας δημιουργεί μια δυναμική την οποία δεν μπορούν τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης να ακολουθήσουν. Ο χάρτης των ψηφιακών δεξιοτήτων αποκτά συνεχώς νέες επικράτειες. Στις συνθήκες της πανδημίας, με τις κοινωνικές και ψηφιακές ανισότητες να διευρύνονται, θεσμοί και πρωτοβουλίες καλούνται να αναπτύξουν στοχευμένες δράσεις αξιοποιώντας τη γνώση και την εμπειρία που διαθέτουν για τη μείωση του ψηφιακού χάσματος.
Την Άνοιξη του 2020 οι πολίτες της Ευρώπης και του κόσμου ολόκληρου συνειδητοποίησαν ότι η ψηφιακή ικανότητα αποτελεί εφόδιο που μπορεί να τους κρατήσει εντός της εργασίας, ενώ στον κλυδωνισμό της κρίσης άνοιγε ακόμα περισσότερο το κοινωνικό και ψηφιακό χάσμα στις χώρες που οι ανισότητες είναι μεγαλύτερες. Ο εκσυγχρονισμός της εκπαίδευσης, η αξιοποίηση ψηφιακών τεχνολογιών για μάθηση και για αναγνώριση και επικύρωση δεξιοτήτων, καθώς και η πρόβλεψη και ανάλυση των αναγκαίων δεξιοτήτων του μέλλοντος, αποτελούν το ευρωπαϊκό τρίπτυχο για την απόκριση στην πρόκληση του ψηφιακού εγγραμματισμού. «Η διαρκής ενδυνάμωση με νέες δεξιότητες είναι ο δρόμος για την απασχόληση και την ευημερία. Εφόσον κατέχουμε τις κατάλληλες δεξιότητες, είμαστε σε θέση όχι μόνο να διεκδικήσουμε καλύτερες θέσεις εργασίας αλλά και να διαδραματίσουμε αποτελεσματικότερα τον ρόλο μας ως ενεργοί πολίτες σε μία δημοκρατική κοινωνία» αναφέρεται στον ιστότοπο της Εθνικής Συμμαχίας.
Σήμερα, η ταχύτητα με την οποία ενσωματώνεται η τεχνολογία την καθημερινότητά μας δημιουργεί μια δυναμική την οποία δεν μπορούν τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης να ακολουθήσουν. Αναπόφευκτα, οι εκπαιδευτικοί θεσμοί είναι πίσω από τις διαδικασίες άμεσης πρακτικής μάθησης. Επιπλέον, υπάρχουν ικανότητες που δεν πιστοποιούνται αλλά αποκτώνται και αποτυπώνονται στην παραγωγική διαδικασία, στην πολιτιστική πρακτική, στην καθημερινή επικοινωνία. Αυτή η αξιοσημείωτη αναντιστοιχία εκπαίδευσης-τεχνολογίας θέτει ερωτήματα στα οποία καλούνται να απαντήσουν οι φορείς χάραξης πολιτικής και οι επιστήμονες του πεδίου. Το κυριότερο ερώτημα τίθεται από την αγορά εργασίας η οποία παράγει νέες ανάγκες που υπερβαίνουν τα σημερινά επαγγελματικά προφίλ.
Ο νέος αλφαβητισμός στο ψηφιακό περιβάλλον δεν κατακτιέται από ένα δομημένο εκπαιδευτικό σύστημα. Οι μαθητές μπαίνουν στην εκπαίδευση με δεξιότητες που έχουν αποκτήσει ήδη εκτός εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ακόμα, υπάρχουν πολλές και διαφορετικές διαδρομές απόκτησης γνώσεων, μέσα από το ίδιο το διαδίκτυο, το οποίο είναι από τη φύση του μια πηγή πληροφόρησης και εκπαίδευσης. Αρκεί να εναπόκειται όμως στον ίδιο τον χρήστη η ανάπτυξη των ψηφιακών του ικανοτήτων; Είναι αρκετή η πρακτική εξάσκηση στον χώρο εργασίας και η κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού με πρωτοβουλία των μεγάλων επιχειρήσεων;
Ο ρόλος του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ)
Για έναν φορέα με κεντρικό ρόλο στον χώρο της πληροφόρησης και της κυκλοφορίας της γνώσης, όπως το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ), γίνεται σαφές ότι ο ψηφιακός αλφαβητισμός μπορεί να προωθηθεί μέσα από συνεργασίες και συνέργειες που υιοθετούν καλές πρακτικές. Χαρτογραφώντας και επικοινωνώντας με το επιστημονικό δυναμικό της χώρας, εντός και εκτός συνόρων, κατανοούμε ότι μπορεί να συμβάλει στη μεταφορά γνώσης, στην ευαισθητοποίηση και διαμόρφωση αντίληψης κρίσιμων συντελεστών, ενεργοποιώντας δίκτυα και δυναμικές μείωσης του ψηφιακού χάσματος.
Ιστορικά, το ΕΚΤ συνδέεται με κοινότητες χρηστών που παράγουν και διαχειρίζονται περιεχόμενο στον ψηφιακό χώρο.
Επιστήμονες πληροφόρησης, αρχειονόμοι, βιβλιοθηκονόμοι, μουσειολόγοι, επιμελητές συλλογών, επιστήμονες πληροφορικής, όλοι όσοι συνεργάζονται για την ανάπτυξη ψηφιακών υποδομών, τη διασύνδεση και ανάδειξη περιεχομένου, εκπαιδεύονται από κοινού στην ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων και είναι σε θέση να εκπαιδεύσουν τους συναδέλφους τους και ευρύτερες ομάδες πολιτών. Επιπρόσθετα, εντοπίζονται τρεις κατηγορίες με τις οποίες το ΕΚΤ βρίσκεται σε διαρκή συνομιλία, και οι οποίες μπορούν να στηρίξουν την ενίσχυση των δεξιοτήτων της κοινωνίας: η ερευνητική κοινότητα, στελέχη της δημόσιας διοίκησης και ο κόσμος της εκπαίδευσης.
Το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ), έχει ως θεσμικό ρόλο τη συλλογή, συσσώρευση, οργάνωση, τεκμηρίωση, διάθεση και διατήρηση του συνόλου της ελληνικής επιστημονικής, ερευνητικής και πολιτιστικής παραγωγής (περιεχόμενο και δεδομένα) και τη διάχυσή της, εντός και εκτός της χώρας. Από τον Ιούλιο 2019 υπάγεται στο Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Η εθνική ηλεκτρονική υποδομή που αναπτύσσει το ΕΚΤ, εξασφαλίζει σε διάφορες κοινότητες χρηστών, πρόσβαση σε επαναχρησιμοποιήσιμο περιεχόμενο και δεδομένα, υποστηρίζει σε όλα τα στάδια την παραγωγή δεικτών και στατιστικών Έρευνας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης & Καινοτομίας (ΕΤΑΚ), και παρέχει ψηφιακές υπηρεσίες σε πλήθος οργανισμών που διαθέτουν και διαχειρίζονται περιεχόμενο.
Σημαντικό είναι να αποτυπωθεί ο συγκεκριμένος ρόλος της Εθνικής Συμμαχίας, που καλείται να συνδράμει στην αντιμετώπιση του ψηφιακού χάσματος. Δρώντας συμπληρωματικά στις κεντρικές πρωτοβουλίες της πολιτείας η Εθνική Συμμαχία μπορεί να εργαστεί για την καθιέρωση σχημάτων συνεργασίας μεταξύ δημόσιων οργανισμών, μεγάλων εταιρειών πληροφορικής, θεσμών αυτοδιοίκησης, κοινωνικών πρωτοβουλιών που εργάζονται για την προώθηση των ψηφιακών δεξιοτήτων στην ελληνική κοινωνία, τη δημιουργία πρωτότυπων δράσεων, συμπληρωματικών στους εκπαιδευτικούς θεσμούς, καθώς και τη διάδοση των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις ψηφιακές δεξιότητες.
Περιοδικό «Καινοτομία, Έρευνα & Ψηφιακή Οικονομία» Τεύχος 119 | Φθινόπωρο 2020