Μια ομάδα παιδιών με τον δάσκαλό τους πίσω από ένα φορητό υπολογιστή. Ασπρόμαυρη φωτογραφία.

Ο ψηφιακός κόσμος διαπερνά ήδη πολλές πτυχές της καθημερινής μας ζωής. Χρησιμοποιούμε μηχανές αναζήτησης για να ανακαλύψουμε το αποτέλεσμα ενός ποδοσφαιρικού αγώνα, να διαχειριστούμε τις μεταφορές χρημάτων μας μέσω διαδικτυακών τραπεζικών εφαρμογών, να πληρώσουμε τους φόρους μας χρησιμοποιώντας κρατικές διαδικτυακές πύλες, κάνουμε κρατήσεις πτήσεων ή καταλυμάτων σε ταξιδιωτικές διαδικτυακές πύλες, χρησιμοποιούμε λογισμικό ανταλλαγής μηνυμάτων για να συνομιλούμε με φίλους και να μοιραζόμαστε φωτογραφίες και βίντεο. Δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα από αυτά χωρίς ψηφιακές δεξιότητες. Οι βασικές ψηφιακές δεξιότητες, στην ουσία τους, αποτελούν ένα κρίσιμο βήμα προς την εκμάθηση πολλών άλλων νέων πραγμάτων και την επίτευξη υψηλότερων στόχων για νέες γνώσεις. Παρέχουν εμπιστοσύνη στη χρήση της τεχνολογίας για την εργασία, τη μάθηση και την καθημερινή ζωή. 

Σχετικά με τον συγγραφέα

Ο Luis έχει πτυχίο και μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών στην Πληροφορική από το Universidad Politécnica de Madrid (UPM) από το 1989. Έλαβε το διδακτορικό του με ειδική διάκριση από το Πανεπιστήμιο της Χώρας των Βάσκων το 1997. Έχει διατελέσει αναπληρωτής καθηγητής στο UPM (1989-1996), καθηγητής αδρανών υλικών και επικεφαλής τμήματος στο Universidad Europea de Madrid (1996-2008) και αναπληρωτής καθηγητής στο Universidad de Alcalá (από το 2008). Διετέλεσε Διευθύνων Σύμβουλος ΜΜΕ προσανατολισμένης στις υπηρεσίες ΤΠΕ (2002-2006) και δραστηριοποιήθηκε ως σύμβουλος (ελεύθερος επαγγελματίας) για μεγάλες εταιρείες. Ο Luis υπήρξε μέλος του διοικητικού συμβουλίου του CEPIS (2011-13, 2016-2020) και από το 2022 είναι πρόεδρος του CEPIS. Κατά τη διάρκεια των ετών, έχει συμβάλει στη διαμόρφωση της ανάπτυξης των πλαισίων αναφοράς της ΕΕ για τις ψηφιακές δεξιότητες και την απασχόληση. Ο Luis έχει συμβάλει ενεργά ως επίσημος εμπειρογνώμονας στην ανάπτυξη των τριών βασικών αναφορών στον τομέα: την ταξινόμηση εργασίας ESCO για υπηρεσίες ΤΠΕ, το ευρωπαϊκό πρότυπο ηλεκτρονικών ικανοτήτων για επαγγελματίες ΤΠΕ EN6234-1:2019 και το DigComp, το πλαίσιο ψηφιακών ικανοτήτων για τους πολίτες.

Εισαγωγή

Αν ρίξουμε μια ματιά στις τάσεις της αγοράς εργασίας, μπορούμε να δούμε ότι η ψηφιακή μετάβαση έχει αναδείξει συγκεκριμένες ανάγκες και έχει μεταμορφώσει πολλά επαγγέλματα και καθήκοντα. Οι περισσότερες θέσεις εργασίας σήμερα απαιτούν κάποιο επίπεδο ψηφιακών δεξιοτήτων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν απαιτούν υψηλά επίπεδα προσόντων ή εμπειρίας – όπως η εργασία σε αποθήκη ή ως βοηθός καταστήματος, ο έλεγχος αποθεμάτων και απογραφής. Όλο και περισσότερο, το έργο άλλων ειδικών με υψηλότερα προσόντα στους αντίστοιχους κλάδους τους εξαρτάται πλέον και από τις ψηφιακές δεξιότητες: οι βιολόγοι πρέπει να εργαστούν με πολύπλοκες ψηφιακές τρισδιάστατες αναπαραστάσεις μοριακών δομών, οι δικηγόροι συμβουλεύονται πλέον μεγάλες νομικές βάσεις δεδομένων για να μελετήσουν τα δεδικασμένα και όλες τις πτυχές της νομοθεσίας.

Οι ψηφιακές δεξιότητες είναι πλέον απαραίτητες στις περισσότερες θέσεις εργασίας: και οι ειδικές ψηφιακές δεξιότητες διαπερνούν σε διαφορετικό βαθμό και τα παραδοσιακά επαγγέλματα. Σκεφτείτε τους γιατρούς, οι οποίοι εργάζονται με την τελευταία τεχνολογία ρομποτικής για την εκτέλεση πολύπλοκων χειρουργικών επεμβάσεων (πιο εξειδικευμένες δεξιότητες), τους εργαζόμενους στη βιομηχανία που χρησιμοποιούν βιομηχανικά ρομπότ για να επιταχύνουν τις διαδικασίες (διαφορετικά επίπεδα ανάλογα με τη λειτουργία του εργαζόμενου), ή τους εκπαιδευτικούς που εισάγουν ψηφιακές και αναδυόμενες τεχνολογίες στη διδασκαλία και τη μάθηση. Στην Ευρώπη, μόλις το 54 % των ατόμων διαθέτουν τις ψηφιακές δεξιότητες που απαιτούνται για τον ψηφιακό κόσμο στον οποίο ζούμε (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, DESI 2022). Το 2021 1 στους 6 Ευρωπαίους ηλικίας 16-74 ετών δεν διέθετε καθόλου ψηφιακές δεξιότητες και 1 στους 4 από την εν λόγω ομάδα διέθετε μόνο χαμηλό επίπεδο ψηφιακών δεξιοτήτων. Αυτό φυσικά δημιουργεί προκλήσεις στην αγορά εργασίας, λόγω της ανάγκης για κάποιες ψηφιακές ικανότητες σε όλους τους ρόλους και τα επαγγέλματα. Ωστόσο, ο DESI 2022 δείχνει ότι περίπου το 35 % των Ευρωπαίων πολιτών εξακολουθούν να στερούνται ακόμη και αυτές τις βασικές ψηφιακές δεξιότητες πράγμα που σημαίνει ότι είναι ουσιαστικά αποκλεισμένοι από την αγορά εργασίας και τις ευκαιρίες που προσφέρουν οι ψηφιακές τεχνολογίες. Αυτό συνδυάζεται με δυσκολίες στην εξεύρεση και την προσέλκυση ψηφιακών ταλέντων, γεγονός που καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την ανταπόκριση στις ανάγκες του Βιομηχανικού κλάδου. Περισσότερες από τις μισές εταιρείες στην Ευρώπη καταγράφουν μεγάλες δυσκολίες στην πρόσληψη ειδικών στις ΤΠΕ (Κέντρο Ερευνών, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2019), και ιδίως οι ΜΜΕ, υστερούν σε σχέση με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις όσο αφορά την κατάρτιση και την αναβάθμιση των δεξιοτήτων λόγω περιορισμένων πόρων (οικονομικών, στελέχωσης κ.λπ.). Παρόμοια στοιχεία έχουν δημοσιοποιηθεί από τον συνασπισμό για τις ψηφιακές δεξιότητες και θέσεις εργασίας , μια σύμπραξη οργανισμών από τον δημόσιο, τον ιδιωτικό και τον μη κερδοσκοπικό τομέα που εργάζεται για την αντιμετώπιση των ελλείψεων ψηφιακών δεξιοτήτων σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Και αν θέλουμε να εξετάσουμε προσεκτικά την κατάσταση της αγοράς εργασίας στην Ευρώπη, τα διαθέσιμα στοιχεία και πληροφορίες υποδεικνύουν την ανάγκη να δοθεί άμεση προώθηση στην ανάπτυξη των ψηφιακών δεξιοτήτων των πολιτών της ΕΕ ώστε να καταστούν κατάλληλοι για απασχόληση. Τα στοιχεία από το CEDEFOP (Οργανισμός της ΕΕ για την Ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης) υπογραμμίζουν τη σημασία των ψηφιακών δεξιοτήτων για τις θέσεις εργασίας. Το 2015, το 71 % των εργαζομένων της ΕΕ θεωρούσε ότι κάποιο βασικό επίπεδο ψηφιακών δεξιοτήτων ήταν απαραίτητο για την εκτέλεση της εργασίας τους. Πιο πρόσφατα στοιχεία σχετικά με τις δεξιότητες που απαιτούν οι εργοδότες, με βάση εκατομμύρια διαδικτυακές αγγελίες θέσεων εργασίας ((OJAs) σε 28 ευρωπαϊκές χώρες, τα οποία αντλήθηκαν από το εργαλείο OVATE του CEDEFOP, δείχνουν ότι οι ψηφιακές δεξιότητες αναφέρονται ρητά από τους εργοδότες (π.χ. η «εργασία με υπολογιστές» αποτελούσε απαίτηση σχεδόν στο 40 % όλων των OJA σε όλους τους τομείς). Πολλές άλλες ΕΕΑ απλώς υποθέτουν ότι οι υποψήφιοι έχουν τέτοιες δεξιότητες.

Οι ψηφιακές δεξιότητες είναι σημαντικές και αναγκαίες, και η χάραξη πολιτικής της ΕΕ προσπάθησε να το αποτυπώσει αυτό. Το 2018, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης υιοθέτησε σύσταση σχετικά με 8 βασικές ικανότητες για τη υποστήριξη των Ευρωπαίων στην απόκτηση των δεξιοτήτων και ικανοτήτων που απαιτούνται για την προσωπική ολοκλήρωση και ευημερία, την απασχολησιμότητα και την κοινωνική ένταξη. Αυτό αναδεικνύει επίσης τις προσπάθειες που καταβάλλονται σε πολιτικές επανακατάρτισης και αναβάθμισης των δεξιοτήτων σχετικά με τις ψηφιακές δεξιότητες: το 2018, περισσότεροι από τους μισούς Ευρωπαίους στερούνταν ψηφιακών δεξιοτήτων. Το 2021 το 54 % των ατόμων ηλικίας 16 έως 74 ετών διέθεταν τουλάχιστον ένα βασικό επίπεδο ψηφιακών δεξιοτήτων (DESI 2022).

Βασικοί ορισμοί για τις ψηφιακές δεξιότητες

Πριν από τον ορισμό των ψηφιακών δεξιοτήτων, είναι σκόπιμο να διευκρινιστούν πρώτα ορισμένοι γενικότεροι όροι. Οι όροι αυτοί είναι οι εξής : «ικανότητα», «δεξιότητες», «γνώσεις» και «στάση». (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2019) και έχουν εφαρμόσει την κύρια αναφορά της ΕΕ για την ψηφιακή επάρκεια, το DigComp (τώρα στην έκδοση 2.2), για την οποία θα μιλήσουμε περαιτέρω.

  • Η ικανότητα είναι η αποδεδειγμένη δυνατότητα εφαρμογής γνώσεων, δεξιοτήτων και στάσεων για την επίτευξη ορατών αποτελεσμάτων. Για παράδειγμα, η ικανότητα «Προγραμματισμός» μπορεί να περιγραφεί ως εξής :«Σχεδιασμός και ανάπτυξη μιας ακολουθίας κατανοητών οδηγιών για ένα υπολογιστικό σύστημα με σκοπό την επίλυση ενός δεδομένου προβλήματος ή την εκτέλεση μιας συγκεκριμένης εργασίας».
  • Δεξιότητα είναι η ικανότητα εκτέλεσης διαδικασιών και χρήσης των υφιστάμενων γνώσεων για την επίτευξη αποτελεσμάτων: π.χ., «Ικανός να επαληθεύει και να τροποποιεί το είδος των μεταδεδομένων (π.χ. τοποθεσία, ώρα) που περιλαμβάνονται στις εικόνες που ανταλλάσσονται με σκοπό την προστασία της ιδιωτικής ζωής».
  • Η γνώση αποτελείται από τις έννοιες, τα γεγονότα και τα στοιχεία, τις ιδέες και τις θεωρίες που έχουν ήδη καθιερωθεί και υποστηρίζουν την κατανόηση ενός συγκεκριμένου τομέα ή θέματος: π.χ., «Γνωρίζει τις κύριες λειτουργίες των συνηθέστερων ψηφιακών συσκευών (π.χ. υπολογιστής, ταμπλέτα, έξυπνο τηλέφωνο)».
  • Οι στάσεις περιγράφουν τη διάθεση και τη νοοτροπία για δράση ή αντίδραση σε ιδέες, πρόσωπα ή καταστάσεις: π.χ., «Ανοικτός απέναντι στην ανταλλαγή ψηφιακού περιεχομένου που μπορεί να είναι ενδιαφέρον και χρήσιμο για άλλους».

Δείτε το παρακάτω infographic για μια απεικόνιση αυτού του ζητήματος.

Προσέγγιση του ορισμού των ψηφιακών δεξιοτήτων

Το Ινστιτούτο Στατιστικής της UNESCO (2009) ορίζει τις ψηφιακές δεξιότητες ως «ένα φάσμα ικανοτήτων για τη χρήση ψηφιακών συσκευών, εφαρμογών επικοινωνίας και δικτύων για την πρόσβαση και τη διαχείριση πληροφοριών». Αυτές οι ικανότητες καθιστούν δυνατή τη δημιουργία και την ανταλλαγή ψηφιακού περιεχομένου, την επικοινωνία και τη συνεργασία με άλλους, την επίλυση προβλημάτων και την εύρεση δημιουργικών ευκαιριών. Ομοίως, η σύσταση του Συμβουλίου σχετικά με τις βασικές ικανότητες της διά βίου μάθησης όρισε την ψηφιακή ικανότητα ως «την αξιόπιστη, κριτική και υπεύθυνη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών για τη μάθηση, την εργασία και τη συμμετοχή στην κοινωνία, καθώς και την ενασχόλησή τους με αυτές. Ορίζεται ως συνδυασμός γνώσεων, δεξιοτήτων και νοοτροπίας».

Υπάρχει στενή συσχέτιση μεταξύ των ψηφιακών δεξιοτήτων και των βασικών ικανοτήτων που επιτρέπουν τη διά βίου μάθηση. Οι ευρωπαίοι πολίτες θα πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με βασικές δεξιότητες , απαραίτητες για έναν αυξανόμενα ψηφιακό κόσμο: όπως η ικανότητα να φιλτράρουν, να χρησιμοποιούν, να έχουν πρόσβαση ή να διαχειρίζονται ιδιωτικά δεδομένα, προσωπικές πληροφορίες, το ψηφιακό τους αποτύπωμα, να παραμένουν ασφαλείς στο διαδίκτυο και η αποτελεσματική χρήση τεχνολογιών όπως η τεχνητή νοημοσύνη και άλλα λογισμικά. Οι πολίτες θα πρέπει επίσης «να είναι σε θέση να χρησιμοποιούν ψηφιακές τεχνολογίες για τη στήριξη της ενεργού συμμετοχής τους στα κοινά και της κοινωνικής τους ένταξης, της συνεργασίας με άλλους και της δημιουργικότητάς τους για την επίτευξη προσωπικών, κοινωνικών ή εμπορικών στόχων» (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2019).

Αυτή η έννοια των ψηφιακών δεξιοτήτων αφορά περισσότερο τους Ευρωπαίους πολίτες εν γένει, παρά τις εξειδικευμένες δεξιότητες για τους επαγγελματίες των ΤΠΕ. Το πλαίσιο της ΕΕ για τις ψηφιακές ικανότητες των πολιτών (DigComp),το οποίο θα εξετάσουμε λεπτομερέστερα στη συνέχεια, περιλαμβάνει μια περιγραφή των ψηφιακών δεξιοτήτων που πρέπει να διαθέτουν οι πολίτες για να παραμείνουν ανταγωνιστικοί στην αγορά εργασίας, να κοινωνικοποιηθούν, να κάνουν αγορές και να μάθουν στον σύγχρονο ψηφιακό κόσμο.

Κατηγορίες και επίπεδα ψηφιακών δεξιοτήτων

Υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες ψηφιακών δεξιοτήτων: 

  1. Τις γενικές που ισχύουν για το κοινό πλαίσιο διαβίωσης και της εργασίας, &
  2. Τις επαγγελματικές για τους ειδικούς στον τομέα των ΤΠΕ

Στην περίπτωση της κατηγορίας Α (άτομα εν γένει), τα κοινά πλαίσια της ΕΕ, όπως το DigComp, καλύπτουν ένα φάσμα επιπέδων ψηφιακών δεξιοτήτων, από βασικές έως πολύ εξειδικευμένες, με αποτέλεσμα το φάσμα των γενικών ψηφιακών δεξιοτήτων να μπορεί να είναι ευρύ και ποικίλο. Κυμαίνονται από πραγματικά θεμελιώδες επίπεδο  όπως (π.χ. απλή χρήση υπολογιστή, ταμπλέτας ή κινητής συσκευής για αποστολή μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή περιήγηση στο διαδίκτυο) έως κάποια μέτρια χρήση ΤΠΕ (όπως παραγωγικότητα και εργαλεία γραφείου, επεξεργασία κειμένου, δημιουργία εγγράφων και/ή λογιστικών φύλλων) και κάποιες προηγμένες δεξιότητες ΤΠΕ (όπως η αρχική ικανότητα ανάπτυξης εφαρμογών ή προγραμματισμού ή η χρήση εξελιγμένων πακέτων στατιστικής ανάλυσης υπολογιστών). Το DigComp ορίζει 4 επίπεδα επάρκειας, όπως το βασικό, το ενδιάμεσο, το προχωρημένο και το εξειδικευμένο.

Πάνω από αυτά τα επίπεδα γενικών ψηφιακών δεξιοτήτων, μπορούμε να βρούμε συγκεκριμένες δεξιότητες για όσους ασχολούνται με το επάγγελμα των ΤΠΕ, όπως η χρήση προτύπων σχεδιασμού λογισμικού ή ο καθορισμός κανόνων τείχους προστασίας. Υπάρχει ένα λεπτό και ασαφές όριο, πραγματικά δύσκολο να οριστεί αυστηρά, μεταξύ των ανώτερων επιπέδων ψηφιακών δεξιοτήτων όσων δεν έχουν ειδικά προσόντα ως επαγγελματίες ΤΠΕ και των βασικών επιπέδων δεξιοτήτων όσων βρίσκονται στον επαγγελματικό τομέα της τεχνολογίας. Πολλές από τις δεξιότητες αυτού του ορίου μεταξύ της γενικής ψηφιακής ικανότητας και του επαγγελματισμού στον τομέα των ΤΠΕ βρίσκονται συχνά στο πλαίσιο υβριδικών ψηφιακών θέσεων εργασίας, όπως ο αξιολογητής ψηφιακής συμμόρφωσης. Το πρότυπο EN16234-1:2019 (CEN, 2019), γνωστό ως πλαίσιο ηλεκτρονικών ικανοτήτων, ορίζει 41 ηλεκτρονικές ικανότητες, δεκάδες παραδείγματα εξειδικευμένων δεξιοτήτων για αυτούς και έως πέντε επίπεδα επάρκειας, τα οποία είναι κατά κύριο λόγο πάνω από τα οκτώ επίπεδα που ορίζονται από το DigComp για τους πολίτες. Το επίπεδο 1, το χαμηλότερο του EN16234, αναφέρεται στις πιο βασικές επαγγελματικές δεξιότητες, όπου οι επαγγελματίες ακολουθούν κυρίως καλά καθορισμένες διαδικασίες σε δομημένες καταστάσεις: όπως στην περίπτωση της εκτέλεσης απλών δοκιμών εφαρμογών ή της αυστηρής συμμόρφωσης με λεπτομερείς οδηγίες.

Οι κατηγορίες και τα επίπεδα των ψηφιακών δεξιοτήτων και ικανοτήτων θα μπορούσαν επίσης να συμπληρωθούν με εξορθολογισμένη και αποτελεσματική πολιτική δράση. Για παράδειγμα, ο συνασπισμός της ΕΕ για τις ψηφιακές δεξιότητες και θέσεις εργασίας αναφέρει τα ακόλουθα:

  • Ψηφιακές δεξιότητες για όλους, ώστε να μπορούν όλοι οι πολίτες να είναι ενεργοί στην ψηφιακή κοινωνία.
  • Ψηφιακές δεξιότητες για το εργατικό δυναμικό για την ψηφιακή οικονομία.
  • Ψηφιακές δεξιότητες για επαγγελματίες ΤΠΕ και άλλους ψηφιακούς εμπειρογνώμονες, σε όλους τους τομείς της βιομηχανίας.
  • Ψηφιακές δεξιότητες στην εκπαίδευση, για τη διδασκαλία και την εκμάθηση ψηφιακών δεξιοτήτων σε μια προοπτική διά βίου μάθησης, συμπεριλαμβανομένης της κατάρτισης των εκπαιδευτικών.

Η σημασία της ορολογίας και των πλαισίων

Όπως συνέβη και με τις ψηφιακές θέσεις εργασίας, το ενδιαφέρον για τις ψηφιακές δεξιότητες επέτρεψε μια παραγωγική περίοδο πρωτοβουλιών και προτάσεων μοντέλων και επιλογών κατάρτισης. Η ταχεία ανάπτυξη και ο μεγάλος αριθμός επιλογών εμπόδισαν ενίοτε την καλύτερη κατανόηση από το ευρύ κοινό, τους φορείς χάραξης πολιτικής, τους εργοδότες, τους επαγγελματίες που σχετίζονται με την εκπαίδευση και την κατάρτιση κ.λπ. Η κατάσταση αυτή παρουσιάζει μεγάλη ομοιότητα με το τοπίο της κατάρτισης και της πιστοποίησης σε ξένες γλώσσες στην Ευρώπη πριν από την πρώτη δημοσίευση του Κοινού Ευρωπαϊκού Πλαισίου Αναφοράς για τις Γλώσσες (CEFRL) το 2001. Πριν από τη γέννηση του πλαισίου, ο ορισμός της επάρκειας σε μια ξένη γλώσσα υπόκειτο σε ασαφή επιλογή υφιστάμενων πιστοποιητικών από διαφορετικά συστήματα, καθιστώντας δύσκολη τη σύγκριση των επιτευγμάτων των ατόμων στις γλώσσες.

Ευτυχώς, η ΕΕ έχει αναπτύξει πλαίσιο ψηφιακών ικανοτήτων για τους πολίτες (DigComp) ώστε να ενεργεί με παρόμοιο τρόπο όπως το CEFRL στο παρελθόν για τις γλώσσες. Το DigComp παρέχει μια κοινή αντίληψη του τι είναι η ψηφιακή ικανότητα: έκδοση 2.2 (Vuorikari et al., 2022) δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2022. Όπως αναφέρεται στο πλαίσιο, το μοντέλο καλύπτει διαφορετικά επίπεδα ψηφιακής επάρκειας για τους πολίτες με πέντε τομείς ικανοτήτων (γραμματισμός σε θέματα πληροφοριών και δεδομένων, επικοινωνία και συνεργασία, δημιουργία ψηφιακού περιεχομένου, ασφάλεια και επίλυση προβλημάτων) και 21 ειδικές ικανότητες, καθεμία από τις οποίες περιγράφεται σε 8 επίπεδα επάρκειας (βλέπε γράφημα 1. Δομή των τομέων ικανοτήτων και ικανοτήτων στο DigComp παρακάτω). Τα επίπεδα κυμαίνονται από «Θεμέλιο» ως σήμα για τα επίπεδα 1 και 2 έως «Εξαιρετικά εξειδικευμένο» για τα επίπεδα 7 και 8.

Το υψηλότερο επίπεδο είναι παρόμοιο με αυτό που απαιτείται για τους επαγγελματίες σε υβριδικά επαγγέλματα ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, σε επαγγέλματα ΤΠΕ. Η τελευταία έκδοση 2.2 του DigComp μπορεί να ενισχύσει την ομοιογένεια στην ερμηνεία των ικανοτήτων χάρη στο εκτεταμένο σύνολο 250 παραδειγμάτων. Τα παρακάτω αποτελούν παραδείγματα γνώσεων, δεξιοτήτων και στάσεων για ορισμένες από τις ικανότητες που περιγράφονται στο DigComp:

  • Τομέας 1. Πληροφορική και γραμματισμός στα δεδομένα

Ικανότητα 1.2 Αξιολόγηση και ψηφιακό περιεχόμενο, γνώσεις

Παράδειγμα 19: «”Έχει επίγνωση των πιθανών προκαταλήψεων της πληροφορίας που προκαλούνται από διάφορους παράγοντες (π.χ. δεδομένα, αλγόριθμοι, συντακτικές επιλογές, λογοκρισία, προσωπικοί περιορισμοί)”

  • Τομέας 2. Επικοινωνία και συνεργασία

Αρμοδιότητα 2.3 Συνεργασία μέσω ψηφιακών τεχνολογιών

Παράδειγμα 85: «Γνωρίζει πώς να χρησιμοποιεί ψηφιακά εργαλεία για τη διευκόλυνση και τη βελτίωση των συνεργατικών διαδικασιών, για παράδειγμα μέσω κοινών οπτικών πινάκων και ψηφιακών καμβάδων (π.χ. Mural, Miro, Padlet)»

  • Τομέας 4. Ικανότητα ασφάλειας

4.2 Προστασία των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής, συμπεριφορές

Παράδειγμα 188: «Εμπιστοσύνη στη διενέργεια διαδικτυακών συναλλαγών μετά τη λήψη κατάλληλων μέτρων ασφάλειας και προστασίας».

Σχήμα 1. Διάρθρωση των τομέων και των ικανοτήτων στο πλαίσιο DigComp της ΕΕ για την ψηφιακή επάρκεια

Καθώς το DigComp απευθύνεται στις ψηφιακές ικανότητες των πολιτών γενικά, υπάρχουν και άλλα συμπληρωματικά μοντέλα που επικεντρώνονται σε άλλα πλαίσια (π.χ. εκπαίδευση), τα οποία μπορούν να συμβάλουν στη βέλτιστη εφαρμογή και ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων στην ΕΕ. Για παράδειγμα, το DigCompEdu (Redecker and Punie, 2017) περιγράφει λεπτομερώς 22 ικανότητες οργανωμένες σε έξι τομείς, οι οποίες δεν επικεντρώνονται στις τεχνικές δεξιότητες, αλλά στον τρόπο με τον οποίο οι ψηφιακές τεχνολογίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ενίσχυση και την καινοτομία στην εκπαίδευση και την κατάρτιση. Υπάρχει επίσης μια έκδοση που ονομάζεται DigCompOrg (Kampylis et al., 2015) με επτά βασικά στοιχεία και 15 επιμέρους στοιχεία που προορίζονται ως ένα ολοκληρωμένο και γενικό εννοιολογικό πλαίσιο που αντικατοπτρίζει όλες τις πτυχές της διαδικασίας συστηματικής ενσωμάτωσης της ψηφιακής μάθησης στους εκπαιδευτικούς οργανισμούς. Το πλαίσιο αυτό συμπληρώνεται από το SELFIE (Self-reflection on Effective Learning by Fostering the use of Innovative Educational technologies).

Παρόλο που εξακολουθεί να εκκρεμεί ένα σαφές σταθερό πλαίσιο ψηφιακών ικανοτήτων για την αγορά εργασίας, μπορούμε να εντοπίσουμε ορισμένες προκαταρκτικές περιπτώσεις χρήσης του DigComp για θέσεις εργασίας (Kluzer et al., 2020). Ένα άλλο παράδειγμα είναι το έργο EU4D που δημιούργησε επίσης ένα πλαίσιο ψηφιακών ικανοτήτων για τις ΜΜΕ συνδυάζοντας το DigComp και το πρότυπο EN16234-1:2019 (CEN, 2019) για την προώθηση των ηλεκτρονικών δεξιοτήτων για τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης.

Το DigComp είχε επιρροή και αντίκτυπο σε άλλα σχετικά ευρωπαϊκά πλαίσια και μοντέλα αναφοράς για την απασχόληση και την εκπαίδευση, για παράδειγμα: το πρότυπο e-CF EN16234-1:2019 (CEN, 2019) περιλαμβάνει παράρτημα στο οποίο εξηγούνται οι πιθανές ομοιότητες και διαφορές με αυτό. Επιπλέον, πολλές τοπικές πρωτοβουλίες και μοντέλα για τις ψηφιακές δεξιότητες έχουν χρησιμοποιήσει το DigComp ως αρχική βάση για την ανάπτυξη και τη δραστηριότητά τους: (Kluzer και Pujol Priego, 2018) παρουσιάζει έναν καλό κατάλογο τους.

Αξιολόγηση ψηφιακών δεξιοτήτων

Δεδομένης της σημασίας των ψηφιακών δεξιοτήτων για πολλές πτυχές της ζωής και της εργασίας, είναι σημαντικό να προωθηθεί η ανάπτυξή τους σε όλα τα πλαίσια (π.χ. εκπαίδευση, αγορά εργασίας, μακροχρόνια μάθηση κ.λπ.). Η κατάρτιση και η εξειδίκευση δεν μπορούν να βοηθήσουν εάν δεν διαθέτουμε μεθόδους για την αξιολόγηση των ψηφιακών ικανοτήτων και, εν τέλει , για τη γνώση της πραγματικής ικανότητας ενός ατόμου να εφαρμόζει τις ψηφιακές δεξιότητες στην πράξη. Πλαίσια και μοντέλα ψηφιακών δεξιοτήτων υπάρχουν, αλλά απέχουν πολύ από το να είναι ευρέως διαδεδομένα και σαφή στην πράξη και η ανάπτυξη μεθόδων αξιολόγησης για τον έλεγχο των δεξιοτήτων δεν ήταν τόσο σημαντική όσο θα έπρεπε. Πρέπει να κάνουμε διάκριση μεταξύ της αξιολόγησης δεξιοτήτων ή μηχανισμών αυτοαξιολόγησης για τα άτομα και της χρήσης γενικών δεικτών για την αναπαράσταση της απόκτησης ψηφιακών δεξιοτήτων για μεγάλους πληθυσμούς και χώρες.

Αξιολόγηση δεξιοτήτων για μεμονωμένα άτομα

Μπορούμε ήδη να βρούμε έναν μεγάλο αριθμό προτάσεων μεθόδων και συστημάτων μεθόδων αξιολόγησης για τις ψηφιακές δεξιότητες σε διάφορα επίπεδα. Το πανόραμα μπορεί να προκαλεί σύγχυση και να είναι δύσκολο να συγκριθεί και να κατανοηθεί, καθώς πολλές από τις επιλογές δεν έχουν καθορίσει με σαφήνεια τα θεμέλιά τους και δεν έχουν παράσχει λεπτομέρειες ώστε να βασίζονται στην ικανότητά τους να αξιολογούν τις πραγματικές ψηφιακές ικανότητες ενός ατόμου.

Λογικά, το DigComp χρησιμεύει ως βάση για διαφορετικά εργαλεία και μεθόδους αξιολόγησης. Συχνά εμφανίζονται ως εργαλεία αυτοαξιολόγησης, όπως το DigCompSAT (Clifford et al., 2020). Η προσέγγισή του «δεν αποσκοπεί στη μέτρηση της τρέχουσας ψηφιακής ικανότητας των χρηστών ενόψει της πιστοποίησής τους ή παρόμοιων σκοπών». Για παράδειγμα, το εργαλείο ζητά από τους χρήστες να δηλώσουν σε μία κλίμακα την αντιληπτή ικανότητά τους να εκτελούν ορισμένες ενέργειες, π.χ. «Γνωρίζω πώς να στέλνω, να απαντώ και να διαβιβάζω μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου», τον βαθμό γνώσης σε ορισμένες πτυχές, π.χ. «Γνωρίζω σχετικά με ψηφιακά εργαλεία που μπορούν να βοηθήσουν ηλικιωμένους ή άτομα με ειδικές ανάγκες» ή ακόμη και τον βαθμό τήρησης ορισμένων συμπεριφορών, π.χ. «Όταν αντιμετωπίζω τεχνικό πρόβλημα, προσπαθώ βήμα προς βήμα να εντοπίσω το πρόβλημα».

Ένα άλλο εργαλείο είναι το Test your digital skills!, το οποίο αναπτύχθηκε βάσει πρωτοβουλίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και φιλοξενείται στην πλατφόρμα για τις ψηφιακές δεξιότητες και θέσεις εργασίας. Και πάλι, λειτουργεί ως εργαλείο αυτοαξιολόγησης για την ψηφιακή ικανότητα ενός ατόμου, αλλά προσφέρει επίσης μια σειρά πρόσθετων χαρακτηριστικών:

  • Το εργαλείο ζητά από τον χρήστη, όσον αφορά ορισμένα δεδομένα σχετικά με την εκπαίδευση και το επάγγελμά του, να παράσχει πρόσθετη καθοδήγηση στο τέλος της δοκιμασίας, όχι μόνο επισημαίνοντας το επίπεδο που έχει επιτευχθεί σε κάθε τομέα του DigComp, αλλά και προτείνοντας μαθησιακές διαδρομές για την ανάπτυξη περαιτέρω γνώσεων και τη βελτίωση των ικανοτήτων.
  • Όπως και άλλα εργαλεία, περιέχει ερωτήσεις με βάση τις γνώσεις, τις δεξιότητες, τις ενέργειες ή τις συνήθειες που αντιλαμβάνεται ο χρήστης, όπως «Γνωρίζω πώς να αντιγράφω και να μετακινώ αρχεία», απαντώντας σε κλίμακα ικανότητας ή αυτονομίας για κάθε περίπτωση.
  • Περιλαμβάνει επίσης τυπικές ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής δοκιμής με περιορισμένο χρόνο απάντησης, ελέγχοντας τις γνώσεις σχετικά με τις τυπικές ψηφιακές έννοιες: π.χ., «Ποιος είναι ο σκοπός του εργαλείου διαγραφής ;»ή «Πόσα ψηφία υπάρχουν σε έναν κωδικό PUK;»

Υπάρχουν πολλά εργαλεία αυτοαξιολόγησης ευθυγραμμισμένα με το DigComp που αναπτύσσονται από τοπικές ή εθνικές πρωτοβουλίες και συχνά ως αποτέλεσμα έργων που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ στο πλαίσιο προγραμμάτων όπως το Erasmus+. Φυσικά, υπάρχουν και άλλα εργαλεία εμπνευσμένα από άλλα μοντέλα ή απλώς χωρίς σαφή σύνδεση με υφιστάμενα μοντέλα ή πλαίσια γενικών ψηφιακών δεξιοτήτων.

Στην περίπτωση των επαγγελματικών δεξιοτήτων ΤΠΕ, η ανάπτυξη γενικών εργαλείων αυτοαξιολόγησης είναι πιο δύσκολη και λιγότερο αποτελεσματική, καθώς η τεράστια ποικιλία και η πολυπλοκότητα των θεμάτων συνιστούν την εστίαση σε έναν συγκεκριμένο τομέα σε κάθε περίπτωση. Ωστόσο, η ύπαρξη του πλαισίου ηλεκτρονικών ικανοτήτων (πρότυπο EN16234-1) επιτρέπει την εργασία με γενικό υψηλό επίπεδο ηλεκτρονικών ικανοτήτων που εφαρμόζονται σε όλους τους τομείς του επαγγέλματος ΤΠΕ. Μια σχετική εφαρμογή αυτής της ιδέας είναι το εργαλείο αυτοαξιολόγησης e-CF Explorer, όπου οι ειδικοί ΤΠΕ μπορούν να δημιουργήσουν ένα προφίλ των ηλεκτρονικών ικανοτήτων τους μέσω ενός ερωτηματολογίου αυτοαξιολόγησης και να συγκρίνουν το αποτέλεσμα με ένα από τα προκαθορισμένα προτεινόμενα προφίλ για συνήθεις επαγγελματικούς ρόλους ΤΠΕ.

Γενικοί δείκτες ψηφιακών δεξιοτήτων για μεγάλους πληθυσμούς

Σε γενικό και ανώτερο επίπεδο πολιτικής, η ΕΕ διαθέτει τον δείκτη ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας (DESI), ο οποίος συνοψίζει τους δείκτες για τις ψηφιακές επιδόσεις της Ευρώπης και παρακολουθεί την πρόοδο των κρατών μελών της ΕΕ σε συγκεκριμένους τομείς, ένας από τους οποίους προορίζεται αποκλειστικά για τις ψηφιακές δεξιότητες. Από την έναρξή του το 2014, ο DESI καλύπτει τέσσερις βασικούς τομείς ψηφιακής προόδου (ανθρώπινο κεφάλαιο, συνδεσιμότητα, ενσωμάτωση της ψηφιακής τεχνολογίας και ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες). Ο πρώτος τομέας συλλέγει τις πληροφορίες που σχετίζονται με τις ψηφιακές δεξιότητες, εξετάζοντας αρχικά τις δεξιότητες των χρηστών του διαδικτύου (1α), εντοπίζοντας τα άτομα με, τουλάχιστον, βασικές ψηφιακές δεξιότητες, αυτά με πάνω από τις βασικές ψηφιακές δεξιότητες και αυτά με, τουλάχιστον, βασικές δεξιότητες λογισμικού. Σε αυτόν τον πρώτο τομέα, υπάρχουν επίσης δείκτες για τις προηγμένες δεξιότητες και την ανάπτυξη (1β) που καταμετρούν τον αριθμό των ειδικών ΤΠΕ, πόσες από αυτές είναι γυναίκες επαγγελματίες, τον αριθμό των επιχειρήσεων που παρέχουν κατάρτιση ΤΠΕ και τον αριθμό των αποφοίτων ΤΠΕ.

Η βάση της μεθοδολογίας για το μέρος 1α είναι μια έρευνα προς τους πολίτες (έρευνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη χρήση των ΤΠΕ στα νοικοκυριά και από ιδιώτες) με αντικείμενο τον αριθμό των δραστηριοτήτων που πραγματοποιήθηκαν κατά τους προηγούμενους 3 μήνες σε τέσσερις διαστάσεις: πληροφόρηση, επικοινωνία, επίλυση προβλημάτων και λογισμικό για τη δημιουργία περιεχομένου. Ως παράδειγμα ερωτήσεων, οι ερωτηθέντες πολίτες δηλώνουν πόσο συχνά χρησιμοποιούν το διαδίκτυο (καθημερινά, μία φορά την εβδομάδα, μία φορά το τελευταίο τρίμηνο) ή εάν έχουν παραγγείλει αγαθά ή υπηρεσίες μέσω του διαδικτύου για ιδιωτική χρήση κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο. Το μέρος 1Β βασίζεται σε έρευνες και εκθέσεις από την αγορά εργασίας και την εκπαίδευση. Οι ετήσιες εκθέσεις του DESI χρησιμοποιούνται από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και τα ενδιαφερόμενα μέρη στον τομέα της εκπαίδευσης και σε άλλους τομείς για την παρακολούθηση της εξέλιξης των προσόντων του πληθυσμού όσον αφορά τις ψηφιακές δεξιότητες και ικανότητες (βλέπε γράφημα 2 — Έκθεση σχετικά με την εξέλιξη των ψηφιακών δεξιοτήτων στην έκθεση DESI 2018-2022 κατωτέρω).

Η τελευταία έκθεση DESI (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2022) δείχνει ότι υψηλά ποσοστά ατόμων κάτω των 54 ετών διαθέτουν τουλάχιστον βασικές δεξιότητες  (που κυμαίνονται από 55 % έως 71 % ανάλογα με την ηλικία), ενώ τα χαμηλότερα ποσοστά έχουν οι μεγαλύτεροι (άνω των 65 ετών, 25%), οι συνταξιούχοι και οι μη ενεργοί (29%) καθώς και τα άτομα χωρίς ή με χαμηλή τυπική εκπαίδευση (32%). Ο μέσος όρος για την ΕΕ είναι 53,9%.  Επιπλέον, το 26 % των ατόμων διαθέτουν πέραν από τις βασικές ψηφιακές δεξιότητες.

Έκθεση σχετικά με την εξέλιξη των ψηφιακών δεξιοτήτων στην έκθεση DESI 2018 – 2022. Πηγή: 2022, Ανθρωπίνου Κεφαλαίου.

Πιστοποίηση ψηφιακών δεξιοτήτων

Παρόλο που τα εργαλεία αυτά είναι σχετικά και δημοφιλή και συμβάλλουν στην ευαισθητοποίηση σχετικά με την έννοια των ψηφιακών δεξιοτήτων και των διαφόρων ικανοτήτων που καλύπτονται από το DigComp, είναι απαραίτητο να υπάρχει ένας μηχανισμός για την αποτελεσματική αξιολόγηση των ψηφιακών δεξιοτήτων των ατόμων. Διάφορες μελέτες έχουν δείξει ότι η αντίληψη των ψηφιακών δεξιοτήτων από ένα άτομο και η πραγματικότητα στην πράξη δεν ταυτίζονται, με συνήθη υπερεκτίμηση των ικανοτήτων. Ακόμα και η Πιστοποίηση ως βάση για την ανεξάρτητη και αντικειμενική πιστοποίηση ψηφιακών δεξιοτήτων με έγκυρο τρόπο για τρίτους, αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο για την ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων σε όλα τα πλαίσια.

Στην περίπτωση της Ευρώπης, η πιστοποίηση των γενικών ψηφιακών δεξιοτήτων εξακολουθεί να φαίνεται συγκεχυμένη σε σύγκριση με την περίπτωση της γλώσσας που υποστηρίζεται από το CEFRL, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω. Υπάρχει μια ποικιλία ευκαιριών κατάρτισης και πιστοποίησης ψηφιακών δεξιοτήτων που προσφέρονται από διάφορους οργανισμούς και κυβερνήσεις, αν και λίγες με σχετικό αριθμό δραστηριοτήτων, δηλαδή εκατομμύρια πιστοποιητικά (π.χ. ICDL, Microsoft MOS κ.λπ.). Οι πιστοποιήσεις αυτές λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο από τα εργαλεία αυτοαξιολόγησης που αναφέρθηκαν προηγουμένως στο παρόν έγγραφο: ελέγχουν την ταυτότητα των υποψηφίων και διασφαλίζουν ότι εκτελούν τις εργασίες και τις ερωτήσεις των εξετάσεων ανεξάρτητα και χωρίς επιπλέον βοήθεια είτε από κάποιον, είτε από τις σημειώσεις τους. Αντί για ερωτήσεις σχετικά με τις συνήθειες ή τις γνώσεις, οι δοκιμασίες ζητούν επίσης από τους χρήστες απαντήσεις σε συστηματικές ερωτήσεις σχετικά με τις γνώσεις (συνήθως πλαισιωμένες ως ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών) όσον αφορά ορισμένες εργασίες που πραγματοποιούνται απευθείας στο πραγματικό περιβάλλον υπολογιστή, όπου το σύστημα ελέγχει αν το αποτέλεσμα είναι σωστό: π.χ., «υπογράμμιση της λέξης “xxx” στο δεδομένο κείμενο», «ανάκτηση διαγραμμένου αρχείου από τον κάδο ανακύκλωσης», «καθορισμός κωδικού πρόσβασης για αρχείο» κ.λπ.

Ωστόσο, είναι δύσκολο να καθιερωθεί ένα εύκολα αναγνωρίσιμο προσόν ή πιστοποιητικό, το οποίο θα υιοθετηθεί μαζικά στην αγορά εργασίας ή στην εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το σχέδιο δράσης για την ψηφιακή εκπαίδευση 2021-2027 συμπεριέλαβε ως δράση 9 την «Ανάπτυξη ευρωπαϊκού πιστοποιητικού ψηφιακών δεξιοτήτων (EDSC) που μπορεί να αναγνωρίζεται και να γίνεται αποδεκτό από κυβερνήσεις, εργοδότες και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη σε ολόκληρη την Ευρώπη». Τον Φεβρουάριο του 2022 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκήρυξε διαγωνισμό για την εκπόνηση μελέτης σκοπιμότητας με σκοπό τη διερεύνηση σεναρίων για το ευρωπαϊκό πιστοποιητικό ψηφιακών δεξιοτήτων (EDSC), με σχετικά συμπεράσματα που αναμένονται προς το τέλος του 2023, τα οποία θα χρησιμεύσουν για τον καλύτερο καθορισμό μιας βιώσιμης λύσης για το εν λόγω EDSC, που πιθανώς θα κυμαίνεται από την αντιστοίχιση των υφιστάμενων πιστοποιήσεων με το DigComp, μέχρι ακόμη και την ανάπτυξη μιας νέας επιλογής.

Εάν αναφερθούμε στην πιστοποίηση προηγμένων ψηφιακών δεξιοτήτων και σε αυτές για επαγγελματίες ΤΠΕ, το σενάριο φαίνεται λίγο διαφορετικό. Υπάρχει ήδη ένας τεράστιος αριθμός πιστοποιήσεων στην αγορά: ορισμένοι ανεπίσημοι μη εξαντλητικοί κατάλογοι έχουν εντοπίσει περισσότερες από 1.300 από περισσότερους από 160 διαφορετικούς παρόχους. Υπάρχουν δύο βασικοί τύποι πιστοποιήσεων για επαγγελματίες ΤΠΕ: αυτές που προέρχονται από προμηθευτές τεχνολογίας (π.χ. Microsoft, CISCO, Oracle κ.λπ.) και χρησιμεύουν ως κύρια προσόντα για την ικανότητα χρήσης των εργαλείων και της τεχνολογίας τους και αυτές που προέρχονται από ανεξάρτητους φορείς (π.χ. ISACA για πιστοποιήσεις ασφάλειας ΤΠ, AXELOS για τη διαχείριση υπηρεσιών ITIL κ.λπ.) και επικεντρώνονται σε διεθνείς μεθοδολογίες, μοντέλα, βέλτιστες πρακτικές ή πρότυπα. Υπάρχουν πολλά επίπεδα απαιτήσεων για την απόκτηση πιστοποιήσεων, από το επίπεδο των αρχαρίων, που περιέχουν απλές δοκιμασίες έως πιο προηγμένες, πιστοποιήσεις εμπειρογνωμόνων με δοκιμασίες, πρακτικές ασκήσεις και επανεξέταση του βιογραφικού σημειώματος ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και με συνεντεύξεις. Ορισμένα από αυτά απαιτούν επίσης τακτική ενημέρωση. Όπως προκύπτει από μελέτες (García-García και Fernández-Sanz, 2007), οι πιστοποιήσεις ΤΠΕ αποτελούν μια πιθανή ενδιαφέρουσα επιλογή για την είσοδο στον επαγγελματικό κόσμο των ΤΠΕ για όσους δεν διαθέτουν επαρκή κατάρτιση ή εκπαιδευτικό υπόβαθρο στις ΤΠΕ, χρησιμεύουν επίσης για την ενίσχυση της εξειδίκευσης των αποφοίτων ΤΠΕ.

Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον των ψηφιακών δεξιοτήτων και στην ψηφιακή δεκαετία της ΕΕ

Οι ψηφιακές δεξιότητες έχουν καταστεί απαραίτητες για όλους στην καθημερινή ζωή, στην εργασία και στην εκπαίδευση. Παρόλο που η ψηφιακή τεχνολογία δεν είναι διαθέσιμη σε μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού, οι ψηφιακές δεξιότητες δεν έχουν προχωρήσει με τον ίδιο ρυθμό με την πρόσβαση σε συσκευές, δίκτυα ή εφαρμογές. Δεδομένης της σημασίας του ψηφιακού μετασχηματισμού για την κοινωνία και την οικονομία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δρομολόγησε το 2021 την πρωτοβουλία της ψηφιακής δεκαετίας για την «ενδυνάμωση των επιχειρήσεων και των ανθρώπων σε ένα ανθρωποκεντρικό, βιώσιμο και πιο εύρωστο ψηφιακό μέλλον» με σχετικούς στόχους μέχρι το 2030. Υπάρχουν δύο στόχοι σχετικά με τις δεξιότητες: τουλάχιστον το 80 % του πληθυσμού με βασικές ψηφιακές δεξιότητες και 20 εκατομμύρια ειδικοί ΤΠΕ. Κατά μήκος αυτού του εγγράφου είδαμε πώς και οι δύο πτυχές υποστηρίζονται ήδη από την ύπαρξη κοινών πλαισίων που καθορίζουν λεπτομέρειες και καθοδηγούν τις δράσεις: DigComp και πλαίσιο ηλεκτρονικής ικανότητας (πρότυπο EN16234). Και οι δύο αναφορές επικαιροποιούνται τακτικά για να ακολουθούν την ταχεία εξέλιξη της τεχνολογίας και του ψηφιακού κόσμου.

Αν η ανάγκη για ψηφιακές δεξιότητες είναι παρούσα στις περισσότερες προσωπικές και επαγγελματικές δραστηριότητες σήμερα, οι μελέτες προβλέπουν συνεχή αύξηση της ζήτησης ψηφιακών δεξιοτήτων για την απασχόληση και την επαγγελματική σταδιοδρομία, θέτοντας τον ψηφιακό γραμματισμό στον πυρήνα των οριζόντιων δεξιοτήτων (ΟΟΣΑ, 2021). Ακόμη περισσότερες πτυχές εξειδικευμένων τομέων στις ΤΠΕ εισρέουν αργά αλλά συνεχώς στο δοχείο ψηφιακών δεξιοτήτων των πολίτων, όπως έδειξε η τελευταία έκδοση 2.2 του DigComp με τη συμπερίληψη αναφορών στην Τεχνητή Νοημοσύνη. Όπως έχουμε σχολιάσει και στο παρελθόν, αν και σημειώνεται πρόοδος και καταβάλλονται προσπάθειες για την επέκταση της ψηφιοποίησης και των προσόντων στις ψηφιακές δεξιότητες, οι δείκτες στην Ευρώπη εξακολουθούν να απέχουν πολύ από το στόχο που απαιτεί η ΕΕ για ένα ευοίωνο ψηφιακό μέλλον. Έτσι, η ψηφιακή επανεκπαίδευση `και αναβάθμιση των δεξιοτήτων με σαφείς στρατηγικές διά βίου μάθησης θα είναι η εξέχουσα τάση από τώρα και στο εξής.

Άδεια χρήσης εικόνας: Παιδιά, Ενήλικες και Υπολογιστές στο Hack4Kids” από τον Alexandre Dulaunoy με κωδικό CC BY-SA 2.0..

Αναδημοσίευση κειμένου: Digital Skills: a deep-dive, Digital Skills & Jobs Platform, created by Luis Fernandez Sanz.

Επιμέλεια μετάφρασης: Εθνική Συμμαχία για τις Ψηφιακές Δεξιότητες & την Απασχόληση.

Επίπεδο ψηφιακών δεξιοτήτων
  • Βασικό
Ψηφιακή τεχνολογία/εξειδίκευση
  • Ψηφιακές δεξιότητες
Χώρα
  • Ευρωπαϊκή Ένωση
Είδος πρωτοβουλίας
  • Θεσμική πρωτοβουλία της ΕΕ
Διαβάσετε περισσότερα